Vai al contenuto

μέδων

Da Wikizionario, il dizionario a contenuto aperto.

μέδων

Terza declinazione maschile in -οντ parossitona

Caso Singolare Duale Plurale
Nominativo ὁ μέδων τὼ μέδοντε οἱ μέδοντες
Genitivo τοῦ μέδοντος τοῖν μεδόντοιν τῶν μεδόντων
Dativo τῷ μέδοντι τοῖν μεδόντοιν τοῖς μέδουσι(ν)
Accusativo τὸν μέδοντα τὼ μέδοντε τοὺς μέδοντας
Vocativo ὦ μέδον ὦ μέδοντε ὦ μέδοντες


  1. signore
mèdōn