μετεωρότερος
Aspetto
μετεωρότερος comparativo di μετέωρος
nominativo | genitivo | |
---|---|---|
maschile | μετεωρότερος | μετεωροτέρου |
femminile | μετεωροτέρη | μετεωροτέρης |
neutro | μετεωρότερον | μετεωροτέρου |
- più elevato
- meteoròteros
μετεωρότερος comparativo di μετέωρος
nominativo | genitivo | |
---|---|---|
maschile | μετεωρότερος | μετεωροτέρου |
femminile | μετεωροτέρη | μετεωροτέρης |
neutro | μετεωρότερον | μετεωροτέρου |